Δημοδάμας

Δημοδάμας
Δημοδάμᾱς , Δημοδάμας
masc acc pl (doric aeolic)
Δημοδάμᾱς , Δημοδάμας
masc nom sg (epic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Δημοδάμας ο Μιλήσιος — (4ος αι. π.Χ.). Στρατηγός του Σέλευκου Α’ και του Αντίοχου Α’. Περιηγήθηκε την Άπω Ανατολή και έφτασε πέρα από τον ποταμό Ιαξάρτη. Έγραψε χρονικό των περιηγήσεών του που δεν διασώθηκε …   Dictionary of Greek

  • δήμος — (5ος αι. π.Χ.). Αθηναίος, γιος του Πυριλάμπη που φημιζόταν για το κάλλος του. Για την ομορφιά του γίνεται λόγος στον Γοργία του Πλάτωνα και στον Αριστοφάνη. Το σπίτι του Πυριλάμπη και του Δ. ήταν γνωστό σε όλη την Ελλάδα για τα πτηνοτροφεία του,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”